Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

Όνειρο στο γιασεμί


Ανεμπόδιστο το όνειρο
στα πλυμμένα από τη βροχή
φύλλα του γιασεμιού,
αναλογίζεται πως τόσο χρώμα χάθηκε
στην αδιαλλαξία του άσπρου

Μέσα στη μίζερη σχεδόν πάντα
φύση των ονείρων,
μια δροσοσταλίδα υποδύεται τη θάλασσα
και τα αγκάθια της πλεγμένης χλόης του αχινός.

Πόθησε να λιαστεί μήπως ο Θεός αγαπάει
τα ηλιόλουστα,
μα πουθενά χαρά,
μόνο πόνος φτιασιδωμένος επιδεικτικά
σέρνεται από συνευρέσεις σε συναυλίες,
και τα άμοιρα πόδια του φτενά
για να βαστίξουν το ωραίο,
το καθαρό, το ολόκληρο.

Έτσι κουτσαίνοντας, αρπάχτηκε απ' αυτά
τα δόλια φύλλα.
Ο άνθρωπος μικρός μα πιο μεγάλη η μιζέρια του.
Στων άστρων τη σύναξη θα σφυρίξει την ανημποριά του
κι αυτά θα λάμψουν πιο πολύ
όπως όλοι οι κοροϊδευτικοί αστέρες.



Αγνώστου

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Ολονυχτία






Δε με κατάλαβες,
όλη τη νύχτα ήμουνα πλάι σου,
προσπαθούσα να κλείσω τα παράθυρα,
πάλευα – όλη τη νύχτα.
Ο αγέρας επέμενε.
Άπλωσα τότε τις παλάμες μου πάνω σου
σαν δυο φύλλα ουρανού και σε σκέπασα.

Έπειτα βγήκα στον εξώστη
και κοίταζα δίχως χέρια τον κόσμο


Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Η παρουσία της απουσίας (συνέχεια)



Αρχές φθινοπώρου, τελικά, ένα τηλεφώνημα ήταν δικό σου…

Εγώ που όλον αυτό τον καιρό με οδύνη χαρακτήριζα οποιοδήποτε κάλεσμα μονάχα σαν “Δεν είσαι εσύ ακόμα” με παρατηρούσα να σε υποδέχομαι ψυχρά, με απάθεια, σαν τίποτα να μην συμβαίνει.

Καμιά μα καμιά αυτογνωσία μας δεν είναι ικανή να προβλέψει την αντίδρασή μας κάποια δεδομένη ώρα, όταν πράγματι η ώρα αυτή φτάσει. Από τον τόνο της φωνής σου αισθάνθηκα πως ήσουν έτοιμη να γυρίσεις κοντά μου, έτοιμη να ζητήσεις συγνώμες και να δώσεις όρκους. Και τρόμαξα…

Παρέδιδες όλα σου τα όπλα κι έκανες όλη σου την λαμπρή εξουσία πάσα σε μένα. Μου μεταβίβαζες το ξίφος της απόφασης για τη ζωή μας.

Η απουσία σου τερμάτιζε εδώ και η μαγεία της και η αξία της μ’ εγκατέλειπαν απροετοίμαστο. Ότι ποθούσα κι ότι λαχταρούσα μου προσφερόταν στο πιάτο με άπρεπη, άσεμνη ευκολία.

Γυρνούσες πάλι σε μένα. Η τραγωδία μου τέλειωνε πιο κακόγουστα και κοινότυπα κι απ’ το αίσιο τέλος παλιάς ταινίας ελληνικής.

Κι εγώ που τώρα πια κάτι έχω μάθει περισσότερο για τις αλχημείες της παρανοϊκής μου ψυχής, αντέδρασα σαν κακομαθημένο κι εγωιστικό παιδί για να μην χάσω το πανάκριβο δώρο που αξιώθηκα. Για να μην μου λιώσει μέσα στην πλήξη της επιστροφής σου.

Μου είπες: Εντάξει, κέρδισες, θέλω ξανά να γυρίσω κοντά σου.

Τούτη η νίκη μου δεν μ’ ενδιαφέρει πια, τούτη η ήττα σου δεν είναι αυτό που γυρεύω.

Και τώρα, σου είπα όχι εγώ για να διαφυλάξω απ’ την παρουσία σου, το πολύτιμο απόσταγμα της απουσίας σου.

Μ. Βαμβουνάκη - Ιστορίες με καλό τέλος

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Η παρουσία της απουσίας







Μου είπες “όχι άλλο” κι έφυγες.

Ζούσα βαφτισμένος στην απουσία σου. Κι η απουσία σου ήταν η πιο αστραφτερή παρουσία της ζωής μου. Όλα τα κατέλυε κι όλα τα αναγεννούσε απ’ την αρχή, σε χρωματισμούς και φωτοσκιάσεις νέες. Φωτοσκιάσεις νοσταλγίας. Αν κάθε κόσμος χρειάζεται τον ήλιο του για να τριγυρίζει γύρω του και να ρουφά ζωή, αυτό το δικό σου “όχι” έγινε τώρα ο ήλιος του κόσμου μου και γύρω απ’ αυτό γύριζε η ύπαρξή μου συνεχώς.

Σε νοσταλγούσα.

Η νοσταλγία δίνει στην ζωή ουσία και ανάταση. Αθωώνει τις ψυχές κι ευαισθητοποιεί το δέρμα. Σε μαλακώνει, σε κάνει καλό κι ονειροπόλο. Τα πράγματα γύρω σου από απρόσωπα αντικείμενα μεταμορφώνονται σε σύμβολα, οιωνούς και υπαινιγμούς.

Κυκλοφορούσα ανάμεσα σε σύμβολα και υπαινιγμούς, όλα γύρω από σένα κι αυτό μετάγγιζε στη καθημερινότητά μου ποίηση και συγκίνηση. Το ανούσιο σκηνικό της καθημερινότητάς μου μεταποιήθηκε σε ένα μυστηριακό ιερογλυφικό που ξεκίνησα με ζήλο παθιασμένο να αποκρυπτογραφήσω.

Όλα του βίου μου πήραν μια θέση και συγκλείνανε στο μέγα ερωτηματικό της καρδιάς μου: Πότε θα ξανάρθεις;

Νοσταλγώντας σε, γινόμουν άμορφος κι αδικημένος. Η αίγλη του αδικημένου έριχνε στο πρόσωπό μου χλωμό φωτοστέφανο και με ξεχώριζε απ’ όλους τους άλλους γύρω μου που κανείς καημός δεν εξάγνιζε το δικό τους βλέμμα.

Βαφτισμένη στην απουσία σου, πήρε επιτέλους σκοπό η ζωή μου.

Αν είναι αλήθεια ότι αγαπάμε ότι μας λείπει, εγώ από την ώρα που έφυγες σε λάτρεψα. Κι αν οι άνθρωποι γνώριζαν την σημασία που μπορεί να έχει η απουσία τους θα τη χρησιμοποιούσαν καλύτερα στις μεταξύ τους σχέσεις. Αντίθετα, τρομάζουν μήπως απόντες περιπέσουν σε κενό ανυπαρξίας κι αυτό τους κάνει ενοχλητικά φασαριόζους και φλύαρους. Και το κενό της φλυαρίας είναι το χειρότερο.

Η απουσία σου μου γέμιζε την ζωή μου την άδεια. Δεν υπήρχε κενό μέσα μου ή έξω μου που να μην κύλησε η απουσία σου σαν πλημμύρα μπόρας και να το πλημμύρισε. Μήπως κι ο Θεός με την απουσία του δεν εμφανίζεται; Απών σε προκαλεί να τον αναζητάς, να τον οραματίζεσαι και την έκσταση η ερημιά στην φωτιάζει.

Πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι ζωντανός απ’ την απουσία σου, συνειδητοποιημένος απ’ την σιωπή σου. Ονειροπαρμένος, πληγωμένος, προσανατολισμένος στην αναμονή σου. Ήρωας τραγωδίας μικρής.

Για πρώτη φορά ήξερα με σιγουριά τι θέλω: Να επιστρέψεις!

Συνεχίζεται… Μ. Βαμβουνάκη - Ιστορίες με καλό τέλος